μεταλλοχρωμία

μεταλλοχρωμία
η хромирование металлов

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Смотреть что такое "μεταλλοχρωμία" в других словарях:

  • μεταλλοχρωμία — η τεχνολ. μέθοδος για τη βαφή τής επιφάνειας τών μετάλλων, η οποία στηριζόταν κυρίως στην επιφανειακή οξείδωση και η οποία έχει σήμερα σχεδόν καταργηθεί και έχει αντικατασταθεί, σε αρκετές περιπτώσεις, από την ανοδίωση …   Dictionary of Greek

  • μέταλλο — Όρος ενδεικτικός για ορισμένα στοιχεία που παρουσιάζουν ιδιαίτερα φυσικά και χημικά χαρακτηριστικά. Τα μέταλλα στη συνηθισμένη θερμοκρασία είναι στερεά, με μόνη εξαίρεση τον υδράργυρο, που είναι υγρό. Το χρώμα τους, όταν βρίσκονται σε συμπαγή… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»